Χαϊδεύω την επιδερμίδα μου. Αναγνωρίζω τα πρώτες ζάρες. Επιδερμίδα σαγρέ, απαλή αλλά σαγρέ. Εκείνο που με τρομάζει είναι πως μοιάζει να μην έχω συνειδητοποιήσει το πώς, πότε ξεκίνησε …
Η φίλη του βυθού μου, αποκαμωμένη στην πολυθρόνα. Περιμένει να της χτενίσω τα μακριά βρεγμένα της μαλλιά, Κοχύλια, σπάνια πετράδια, εξωτικά φύκια, αθάνατα κόκαλα! Ένα ένα τα ξεμπερδεύω από τα μαλλιά της και τα βάζει στο πουγγί της ενθουσιασμένη. Πάντα σιωπηλή.
Μην με ρωτάς, στο έχω πει, με αυτά φτιάχνει το παλάτι του βυθού μου. Κολυμπά σε άγνωστους κόσμους, αφήνει τα μαλλιά της ελεύθερα δίχτυα να συλλέγουν. Κάθε φορά που έρχεται μου βγαίνει ο … =άντε καλά= η ψυχή για να τα ξεμπερδέψω, Ο απολογισμός, το ταμείο μιας περιπέτειας. Χτίζει και διακοσμεί νέες πτέρυγες με αυτά. Αυτό το παλάτι γίνεται όλο και πιο λαμπερό όλο και πιο πλούσιο. Πολλές φορές με τραβά από το χέρι, με σέρνει μέσα βαθιά για να μου δείξει τις δημιουργίες της. Αναγνωρίζω το πώς και το πότε …
Ο Λαρεύντης έλεγε δεν θέλω να ωριμάσω γιατί ότι ωριμάζει μετά σαπίζει… Δεν θέλω να σαπίσω όμως θέλω να αρχίσω να βρίσκω τρόπους το ώριμο να φωτίσω. Όσο κολυμπώ στις πτέρυγες του παλατιού μου, στην σιωπή του νερού, αναρωτιέμαι πότε σταματά μια γυναίκα, σε ποια ηλικία δεν καταφέρνει να αποπλανεί, να σαγηνεύει σερνικά …
Σήμερα έμαθα πως η κυρά Δέσποινα πέθανε τον περασμένο Οκτώβριο. Ο κανακάρης της δεν με πήρε τηλέφωνο για την κηδεία, δεν έβρισκε το τηλέφωνο. Τον πιστεύω.
Πάει η κυρά Δέσποινα πέθανε από αφυδάτωση. Δεν το ήθελε το νερό, το θυμάμαι… Δεν θυμόνταν πως διψούσε, έπρεπε να της το θυμίζω, αλλά θύμωνε … με δύο ποτήρια νερό, ένα για εκείνη και ένα για μένα την ξεγελούσα μερικές φορές. Η κυρά Δέσποινα κοιτούσε την ζαρωμένη επιδερμίδα της και ορισμένες φορές δεν την αναγνώριζε. Η κυρά Δέσποινα δεν μπορούσε εδώ και χρόνια να βρει το παλάτι του βυθού της…Αλτ και χαμένη έξω τελείως από τα νερά της ή ίσως πολύ βαθιά για να κατορθώσει να βρει το δρόμο προς την επιφάνεια
Ο κύκλος του νερού, είμαι φτιαγμένη από νερό που σιγά σιγά κάνει τον κύκλο του…
Νύσταξα, από το πρωί σήμερα νυστάζω, είναι μια δικαιολογημένη ατονία…
Άσχετο πριν κοιμηθώ. Είναι απίστευτο το κλάμα που ρίχνουν οι ηλικιωμένοι αυτόν τον καιρό. Συλλέγω ιστορίες, αυτές της διπλανής πόρτας…
Καληνύχτα Μορεάλη μου.