Επίσκεψη στο Μνήμα

Πριν παραδώσω την σκυτάλη στην άφιξη του παλιού μου παλτού στην Αθήνα και στις υπόλοιπες μέρες που περάσαμε μαζί θέλω γλυκιά χαρτόκουτα του μυαλού (?) μου να σου γράψω για  την επίσκεψη στο νεκροταφείο του Βύρωνα, μια επίσκεψη που είναι από τις βασικές μου  ελλείψεις εδώ στη Μορεάλη… Επίσκεψη στον τάφο των προγόνων μου.

Οταν έκλεισα το εισιτήριο της επιστροφής δεν πρόσεξα Ακριβώς όπως και την χρονιά που πέθανες, 2 Αυγούστου Παρασκευή επέστρεψα 3 Αυγούστου Σάββατο άφησες στη Γη την τελευταία σου εκπνοή …

Τέλος πάντων τι έλεγα α ναι …

Παρασκευή έφτασα. Δευτέρα με την θεία μου πήγαμε στον οικογενειακό τάφο…πόσο ήθελα να πάω ! Πήγα;  Το άγχος η πολυλογία και βασικά η ψυχική κατάσταση της θείας μου ήταν οι προκλήσεις που είχα να χαλιναγωγήσω.

Θα βρούμε εύκολα ταξί μετά μετά θα βρούμε και πάλι για επιστροφή να του πούμε να περιμένει δεν μπορεί να περιμένει τώρα;, να πάρουμε λουλούδια, τι λουλούδια θα πάρεις, είναι σε διακοπές η κοπέλα που της δίνουμε κάτι να ανάβει πάντα το καντήλι,α δεν επιτρέπετε λεει να ανάψουμε καντήλι γιατί είναι επικίνδυνο για πυρκαγιά λόγω τον ανέμων,  η φωτογραφία της μαμάς σου έχει χαλάσει, καλό θα ήταν να την ψήνανε όπως του θείου και του Βάσια βλεπεις τι ωραίες φωτογραφίες και ο Βάσιας μου, αλλά τα γράμματα στο όνομα της μαμάς σου μπράβο στο Δημήτρη, βλέπεις όμως κανένα άλλος δεν έχει ετών, —————–κάθισα σε ένα τοιχάκι να πνίξω την ανάσα που θα έβγαινε με μορφή θυμωμένου τέρατος——– οχι μην κάθεσαι είναι βρώμικα, θα κλάψεις μην κλάψεις, τι να πω και εγώ ο Βάσιας μου το παιδί μου εδώ… το πιστεύεις εγώ εδώ δεν το πιστεύω, παπά να δεις δεν θα βρούμε παπά, α! να παπάς, αυτά είναι τα ονόματα πατερ——————— δεσποζαν τα γράμματα της μαλούμας μου τώρα τώρα να το μικρό παράθυρο μοναξιάς  να αφήσω ένα δάκρυ,  πάντα η φωνή της «στο καλό να πας, να πας στο καλό» με ποτίζει πάντα με την σιγουριά της ψυχραιμίας ως μοναδικού δρόμου αιωνία η μνήμη============ θα βρούμε ταξί τώρα γιατί δεν έχει … θα βρούμε θεία μου. μαζί μου όλα είναι πάντα στη θέση τους και μας περιμένουν!

¨Ήταν τέτοιος ο πύρινος τυφώνας το άγχος, η πολυλογία, η ανασφάλεια της θείας μου, ο κρυφός θρήνος, που ότι θυμάμαι από την επίσκεψη ως μόνη αξία το παραθυράκι ψαλμού,   που δεν έχει καν την φωτογραφία Της αλλά δεσπόζει το όνομα Της και η φωνή Της μέσα μου.

γελάς ρε μάνα; σωστά γελάς, αδελφή σου είναι και την ξέρεις! Μαμά αλήθεια στο λέω, τι λουλούδι πήρα σε σένα και τι στον Βάσια δεν θυμάμαι …θαρρώ τριαντάφυλλα ήταν …

Καληνύχτα Μαλούμα μου ….

Όταν κάτι περιμένει!

…και που λές και που λες σε αυτό το ταξίδι στην Ελλάδα ανακάλυψα μια φοβία μου σχετικά με τα αεροδρόμια. Η μικρή ξανθιά έδειξε να την πιάνει ίλιγγος στην ιδέα πως θα κατέβαινε μόνη της από τα ψηλά  και δεν θα είχε κάποιον να την περιμένει όταν προσγειωθεί. Αυτή την αναποδιά, την τρέλα το καπρίτσιο, κατανόησε  το σερνικό που νιώθει ίλιγγο όταν κοιτάζει από πολύ ψηλά προς τα κάτω. Έτσι, η μικρή ξανθιά είχε κάποιον τελικά να την περιμένει, με όμορφη πινακίδα φτιαγμένη από παιδικά χέρια, με λουλούδια, …μια αγκαλιά η οικογένεια του, με φαγάκι, με λογάκια από την Μαρία, με παγωτάκι από την Μαίρη, και και αυτό το σπάνιο Δωράκι που φαίνεται να μεγαλώνει γρήγορα και να ρουφά τα πάντα σαν σφουγγάρι…

Λίγες ώρες αργότερα οι παλάμες του άφησαν το ξανθό κοτοπουλάκι στην θαλπωρή της θείας. Η θεία μου, η πρώτη μεγάλη ανακάλυψη του ταξιδιού μου. Κουραστική, ψυχαναγκαστική, αλλά με μια πελώρια λαχτάρα να ποτίσει ότι φαίνεται μαραμένο. Μετακόμισε στο μικρό διαμέρισμα του Παγκρατίου, αφού «νοσηλεύτηκε» για δύο χρόνια στην οικογένεια του μικρού της γιου. Με ορατές τις πληγές από το χαμό του άντρα, τη αδελφής, του μεγάλου της γιου, δεν ήθελε με τίποτε να γυρίσει στο άδειο μεγάλο σπίτι της Αγ. Παρασκευής, Πήρε μόνο τα απαραίτητα και φυσικά μέσα σε αυτά και λίγα από τα αγαπημένα της κρύσταλλα.

Η Θεία μου η Όλια, αδελφή της μαμάς μου, περίμενε καρτερικά να φτάσω, με έσφιξε στην αγκαλιά της με λαχτάρα, όπως και εγώ, προσπαθώντας και οι δύο να συ θλίψουμε  τον πρόωρο θάνατο του ξαδέλφου μου! Το φωτεινό της πρόσωπο, η μελαγχολική ματιά της συνέλαβε τα σχεδόν μαραμένα λουλούδια που κρατούσα!!!! «Κάτσε κάτσε να τα βάλουμε στο νερό! Μα δεν τα πρόσεξες τόσες ώρες;» «Τα ταλαιπώρησα πολύ, δεν έχουν άλλη ζωή βρε θεία» «Τι λες καλέ!!! Θα κόψω τα κοτσάνια … κάτσε κάτσε και θα δεις» Διάλεξε το αγαπημένο της κρυστάλλινο βάζο και για λίγα λεπτά χώθηκε στη κουζίνα. Την άλλη μέρα το πρωί ήταν έτοιμα, περήφανα νεκρά, να ζήσουν όμορφα όση ζωή τους έμενε!

Η Ολυμπίτσα (η μαμα μου την έλεγε έτσι όταν μιλούσαν στο τηλέφωνο) μας τρέλανε, και εμένα και αργότερα το παλιό μου παλτό. Πρώτα από όλα ήταν η σωματοφύλακας-γραμματέας μου!!! Ήξερε χωρίς καν να την ενημερώσω, με ποιον, που, πότε και γιατί θα συναντηθώ! Δεν μου έκανε έλεγχο άλλα έπρεπε να τα ξέρει όλα … κυρίως αν θα γυρίσω ή όχι το βράδυ στο σπίτι! Να ξέρει αν θα με περιμένει το νυχτικό μου στο μαξιλάρι η θα παραμείνει κρεμασμένο πίσω από την πόρτα του υπνοδωματίου της… Δεύτερον έφτασα στο σημείο να λέω «όχι δεν θέλω» ακόμη και όταν πεινούσα χαχαχαχα

Η Θεία μου, η μόνη που έχω, μορφωμένη, με εξαιρετική ανατροφή «μεγάλου τζακιού», γυναίκα Ιατρού, με ταξίδια, δεξιώσεις, κρυστάλλινα βάζα γεμάτα λουλούδια παντού, δεν έχασε τίποτε από την αίγλη της, την φινέτσα της. Παλεύει με τις φίλες της, με τα ψώνια της στην μικρή γειτονιά του Παγκρατίου, πίνει τα χάπια της, προσέχει την επιδερμίδα της, βάζει κραγιόν ρουζ και μάσκαρα το πρωί, και το βράδυ στην προσευχή της παρακαλεί τον μεγάλο της γιο, τον περιμένει να έρθει να την «πάρει»…

Η θεία μου, φροντίζει το ψυγείο της να είναι πάντα γεμάτο, για κάθε γούστο, πληρώνει ίντερνετ για τα εγγόνια της, πάει που και που και παίζει μπιρίμπα, μιλά στο τηλέφωνο… με λίγα λόγια ταΐζει την ζωή με μικρές ομορφιές, όπως ταΐζει και την Μπιούτι την πανέμορφη γάτα της.

Η θεία μου μου καθώς έφευγα μου ψιθύρισε … |θα μου λείψετε πάρα πολύ γιατί είχα κάθε μέρα κάποιον να περιμένω

Καληνύχτα …

α και ένα λαλα…

 

Πότε θα φύγουμε :)

Την βλέπω με την ζεστή κούπα κακάο, στο παράθυρο μπροστά. Στολισμένο παράθυρο με Χριστουγεννιάτικες κάρτες, ευχές που με τα χρόνια έγιναν στολίδια. Όλα τα παράθυρα ευχές. Νομίζω πως η συλλογή μου από γιορταστικές κάρτες είναι μεγάλη. Στην Αθήνα τις στόλιζα στο μπουφέ, την μιά δίπλα στην άλλη χωρίς να παίρνουν ανάσα και τώρα χωρίς ανάσα είναι σε κάποια από τις κούτες στολιδιών που έμειναν στην Ελλάδα να περιμένουν καρτερικά την στιγμή που ίσως … ίσως φτάσουν στον Καναδά. Στη Μορεάλη έφτιαξα άλλη συλλογή εδώ και … οκτώ χρόνια. Δείχνω στην αέρινη φίλη μου, την μικρή ξανθιά που κάνει χαρούρες για το πρώτο χιόνι. 

IMG_0632.jpg

Διάβαζα κάτι που έγραψε ο πρόεδρος της κοινότητας στην εφημερίδα. σχετικά με το τί είναι ζωή και πως την αντιμετωπίζουν κάποιοι. Αν απαντήσεις τι είναι ζωή απαντάς και τι είναι θάνατος Προσπαθούσε να ορίσει τη ζωή καθώς χανόνταν σε όσα αγαπά. 

Ετοιμάζονται όλοι για τις γιορτές. Αυτή η φάτνη πάντα μου άρεσε.  Το απλό, η ταπεινή γέννηση, η πρώτη ματιά, αθώα θέλει να γνωρίσει ότι βλέπει, αισθάνεται, ακούει, δεν έχει μάθει να αγαπά, άγραφο χαρτί που όμως συγκεντρώνει το ενδιαφέρον του σύμπαντος, σε κάθε δάκρυ του, σε κάθε χαμόγελο του.  

Στολίστηκε το σπίτι, σκαρώσαμε με το παλιό μου παλτό  και ένα ταξίδι. Να φύγουμε. Προορισμός, ο Σκούξης και ο Σπούξης. Ο Σκούξης τελικά δεν ξέφυγε από την λευχαιμία, πριν από λίγες μέρες και μετά από οκτώ μήνες επέστρεψε. Έτσι πρέπει να κάνει νέο κύκλο χημειοθεραπείας και να προετοιμαστεί για μεταμόσχευση νωτιαίου μυελού. Δεν ξέρω που θα πετύχουμε λοιπόν το  Σκούξη, ίσως στο νοσοκομείο! Ελεύθερο θέμα το πρόγραμμα των γιορτών με μόνο γνωστό τον προορισμό. 

Διάβαζα αυτό το άρθρο του προέδρου της ελληνικής κοινότητας και να πω την αλήθεια δεν έχω καταλάβει ούτε καν τι είναι θάνατος. Από το κοτοπουλάκι που έθαψα κάτω από την τριανταφυλλιά μέχρι το θάνατο της Μάνας του Πατέρα μου, του Βασκουλίνου μου και κάποιων γνωστών μου … όχι δεν έχω καταλάβει, δεν έχω απάντηση…  δεν ψάχνω απάντηση … στριφογυρίζουν διάφορα στο μυαλό (?) μου κάθως κοιτώ την μεγάλη μου συλλογή από στολισμένες ευχές … 

 

Καληνύχτα Μορεάλη μου 🙂 

Κατ έληξε ο Βασκουλίνος μου…

Ανοίγω την ετικέτα θάνατος.

Τηλέφωνο που κτυπά από Ελλάδα … Άκουσα τον Αλεξανδρίνο μου. Το μυαλό τρέχει χωρίς κουβέντες,  βρίσκει τις συντεταγμένες της είδησης. Δεν χρειάζεται να κάνει μαθηματικά βήματα για να εξηγήσει στην λογική. Το νούμερο του τηλεφώνου, η ώρα, ο μικρός μου ξάδελφος, η μάχη στην εντατική εδώ και τόσο καιρό, το αναμενόμενο. Ο Βασκουλίνος πασκουλινος  πέθανε. Κατ έληξε μου είπε ο μικρός του αδελφός. Αόρατο πέπλο προστασίας.

Μην ξαδελφούλα μου γιατί δεν απέχω πολύ από το να τα μπίξω… πριν τρεις ώρες μας πήραν από το νοσοκομείο, εδώ τα πράγματα ηρέμησαν λίγο… έχουμε μαζευτεί όλοι, είπαν προς πρέπει να σε πάρω τηλέφωνο να σε ενημερώσω … Μιλούσαμε ανταλλάσσαμε πληροφορίες… με την άνεση των δυνατών. εμείς τα δυο καρατζοζάκια της οικογένειας…. τα σκληρά καρύδια που έχουν αποθέσει την ψύχα τους κάπου αλλού εξώ από το τσόφλι  … έξω από το εγώ…

Έκλεισε η γραμμή…

Άφησα «το εγώ» να έρθει για λίγο για να με πονέσει, να μετρήσω τα δάκρυα μου….   Που δεν είμαι εκεί με όλους τους συγγενείς, τραγική η φιγούρα της θείας μου… πόσο μου λείπουν όλοι ..το γαμότο είναι πως κάποιους μπορώ ακόμη να νιώσω την ζεστασιά του κορμιου τους μα είναι χιλιομετρική απόσταση… και έτσι δεν νιώθουν πως συνπονώ ! Η ξενιτιά μου μαθαίνει την ετικέττα θάνατος…. ο θείος μου, η μητέρα μου, ο πατέρας μου, ο ξαδελφός μου … σταμάτα να με πονάς γλυκό μου εγώ…

Εκείνος έφυγε μετά από μια γενναία μάχη… τι να σου ρε Βάσια τι να σου πω…

 τι να σου πω? 

να μου πεις μια καλημέρα !!!

Η τελευταία συνομιλία ήταν από τις πιο όμορφες που είχαμε!!! Μου είπε κάτι γελούσα γελούσα …και τον κόλλησα και εκείνον και γελούσε γελούσε περήφανος για την ατάκα του !!!! 

Και από το παρελθόν μας, από τα παιχνίδια μας … Ο Αντρέας ήταν παλικάρι, τ άλογό του κουβαλούσε με καμάρι… έτσι διάβαζε το ¨αγαπημένο του παραμύθι … το πορτοκαλινί μπιστόλι… οι καυγάδες μας … τα μυστικά μας … οι ψυχαναλύσεις μας ..ο υπέρμετρος εγωισμός του που με έσπαγε το νευρικό σύστημα…. και η αξέχαστη στιγμή μας το μεγάλο μας μυστικό … όταν ήρθε για να τον βοηθήσω στα μαθηματικά της τρίτης πρώτης Λυκείου… Είχαμε συμφωνήσει να δούμε τσόντα … και να τα καταφέρει μόνος του στα μαθηματικά… γελούσαμε για χρόνια πολλά καθώς θυμόμασταν πόσο όλοι με επαίνεσαν γιατί χάρη στο διάβασμα που κάναμε μαζί ο Βάσιας πήρε καλούς βαθμούς στα μαθηματικά … ποτέ δεν διαβάσαμε μαθηματικά … όλο τσόντα βλέπαμε … αλλά ο Βάσιας για να έρχεται να «διαβάζουμε» διάβαζε μαθηματικά μόνος του …

….. ο Αντρέας ήταν παλικάρι τ άλογο του κουβαλούσε με καμάρι … Βάσια καβαλούσε… οχι όχι κουβαλούσε … Αντρεάαα τραβήξου θα σκοτωθείς… 

Ξόρκι, να μου πεις καλήμερα!

Μίλησα σήμερα με την αδελφή μου. Ο ξάδελφος μας εδώ και 4 περίπου χρόνια κάνει αιμοκαθάρσεις. Από την Δευτέρα δεν είναι καλά παλεύει για την ζωή του μάλλον….  Πάλι αυτή η απόσταση…. αυτή η απόσταση που δεν είναι από γυαλί για να μπορώ να την σπάσω σε περίπτωση ανάγκης. Πόσο κόντα μπορώ να φτάσω. Παίζω με τον κέρσορα του μυαλού (?) μου, περισσότερο να καταλάβει η μικρή ξανθιά τις διαδρομές των επιλογών.  Ανάγκη, ποιος και που με έχει… ανάγκη ..αυτό που έχω εγώ μεγαλύτερη ανάγκη είναι να σταματήσω να κλαψουρίζω. Μια σύντομη σύσκεψη με τις φίλες μου δίνει όλες τις απαντήσεις …σκληρό αυτό που θέλω…όμως δεν χρειάζομαι απολογία! 


Ξόρκι  


Με εντατική φροντίδα 

ψάξε, βρες

στο κοινό  αίμα εξ αδέλφου

τον χαχόλο 

Θυμήσου το δρόμο μας

δεν χρειάζεσαι μαθηματικούς τύπους 

βρες τον εχθρό στις χημικές ενώσεις 

και όταν αρχίσει  νευριασμένα να ρωτά

τι να σου πω τι να σου πω 

αφοπλιστικά ξέρεις εσύ

δημιούργησε… 

Να μου πεις καλήμερα 

αυτό να μου πεις